Δύο πρωτάρες που λέγονται Ισπανία, Γερμανία

 Δύο πρωτάρες που λέγονται Ισπανία, Γερμανία


Σήμερα θα δούμε την πρεμιέρα της Κροατίας απέναντι στο Μαρόκο και την προσπάθεια των πάντα φιλόδοξων Βέλγων να ξεκινήσουν με μια άνετη νίκη, ακόμα και χωρίς τον Λουκάκου, κόντρα στον σχετικά αδύναμο Καναδά. Κυρίως όμως περιμένουμε για κάποια πρώτα συμπεράσματα την πρεμιέρα της Γερμανίας απέναντι στην πάντα τίμια και μαχητική Ιαπωνία και της Ισπανίας που θα χει αντίπαλο την συμπαθητική Κόστα Ρίκα.

Το παράξενο αουτσάιντερ

Δεν θυμάμαι πολλές διοργανώσεις στις οποίες να αποκαλείται η Γερμανία «αουτσάιντερ» πριν αυτές αρχίσουν – πάντα «φαβορί» τους θυμάμαι. Ενας λόγος της σταθερότητας τους, ο βασικότερος, ήταν η «γερμανικότητα» τους, δηλαδή η ικανότητα τους να παρουσιάζουν ομάδες πολύ αποτελεσματικές, βασισμένες πάντα στην ίδια αρχή: στην υποχρέωση να γίνει η δουλειά και μάλιστα απλά και εύκολα.

Το ποδόσφαιρο των Γερμανών υπήρξε πάντοτε απλό: πιο πολύ και από τη διάταξη της ομάδας, μετράει καταλυτικά η θέληση για προσωπικές μονομαχίες και η επιβολή, όχι του παιχνιδιού, αλλά της προσωπικότητας. Οι Γερμανοί κέρδιζαν (και κέρδιζαν για χρόνια αδιάκοπα) με τη σιγουριά του πιο δυνατού: οι αντιπροσωπευτικές τους ομάδες έκαναν κατανοητό σε όλους ότι στο ποδόσφαιρο αυτό που κυρίως μετρά είναι η προσωπικότητα των παικτών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Γερμανοί το 1974 σταμάτησαν την πιο σοφιστικέ ομάδα που εμφανίστηκε στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, δηλαδή την Εθνική Ολλανδίας. Την ώρα της τελικής μάχης, και μολονότι οι Ολλανδοί κέρδιζαν με 1-0 από το πρώτο λεπτό, φάνηκε στο γήπεδο ότι ο τελικός νικητής (θα) ήταν αυτός που έχει παίκτες με προσωπικότητα: οι Ολλανδοί μπορεί να είχαν αλληλουχία στις γραμμές και να έβγαζαν πέντε παίκτες στις αντεπιθέσεις – πρωτόγνωρα πράγματα για την εποχή – αλλά δεν είχαν παίκτες με τη λάμψη του νικητή στα μάτια σαν τον Μπεκενμπάουερ ή τον Γκερτ Μίλλερ. Κι ο Κρόιφ εκείνο το βράδυ ψιλοχάθηκε. Δεν ήταν ο πρώτος. Με γερμανική απλότητα οι Γερμανοί σταμάτησαν αργότερα τον Μαραντόνα στον τελικό του 1990 και τον Μέσι το 2014 στο Μαρακανά: όταν το κάνουν (και ξέρουν να το κάνουν) καθαρίζουν στους τελικούς γιατί οι δικοί τους ήρωες κατεβαίνουν σε αυτούς για να αποδείξουν πως δεν υπολείπονται κανενός. Πρώτα από όλα γιατί πιστεύουν στον εαυτό τους.    

https://www.fosonline.gr/media/news/2021/04/21/137595/main/Flick_Bayern.jpg

Οι μεγάλοι παίκτες καθαρίζουν

Οι Γερμανοί υπήρξαν ιστορικά οι καλύτεροι πρεσβευτές του δόγματος ότι «τις καλές ομάδες τις κάνουν οι μεγάλοι παίκτες». Οι προπονητικές διαβολιές, η οργάνωση της άμυνας ή η σχηματική επίθεση, οι κομπίνες και οι σατανικές αλλαγές, είναι χρήσιμα πράγματα για όλους εκείνους που τέτοιους παίκτες δεν έχουν. Όλες οι Γερμανίες που θριάμβευσαν στα παγκόσμια κύπελλα είχαν σπάνιους παίκτες: μετά τη Γερμανία του Μπεκενμπάουερ, ήρθε η Γερμανία του Ρουμενίγκε, του Μπρίγκελ και του Χάνσι Μίλλερ, πρωταθλήτρια Ευρώπης δια περιπάτου το‘80 και φιναλίστ του τελικού του Μουντιάλ του ’82 και του ‘86. Ακολούθησε η πολυνίκης Γερμανία του Ματέους, του Μπρέμε, του Κλίνσμαν, του Φέλερ, του Χέσλερ που απέδειξε ότι ακόμα κι αν είσαι κάτω από 1.70 μπορείς πάντα να είσαι Γερμανός στην ψυχή και να μοιάζεις μέσα στο γήπεδο θεόρατος. Ενας τέτοιος παίκτης, μικρός στο δέμας αλλά τεράστιος, ο Μάριο Γκέτσε της έδωσε το μουντιάλ το 2014 σκοράροντας στον τελικό. Και μετά είναι σαν η μηχανή να σταμάτησε, διότι έπαψαν να υπάρχουν οι προσωπικότητες.

Το 2018 στη Ρωσία υπήρχαν κουρασμένα παλικάρια – ο Νόγιερ, ο Κρος, ο Χούμελς, ο Γκόμεζ, ο Οζίλ, η σκιά των οποίων καταπλάκωνε και τους νεότερους. Κι όταν αυτοί έφυγαν προέκυψε ένα κενό μεγάλο. Η απλότητα είναι ίδια, η πίστη στο σκοπό σταθερή, αλλά λείπει η λάμψη. Για να διακριθούν σε αυτό το μουντιάλ (πόσο μάλλον για να το κερδίσουν) πρέπει ο Χανς Φλικ, που ο Λεβαντόφσκι θεωρεί τον μεγαλύτερο εμψυχωτή του κόσμου, να παρουσιάσει στην ποδοσφαιρική ανθρωπότητα μια ομάδα της οποίας οι μισοί ποδοσφαιριστές θα ωριμάσουν καταπληκτικά στη διάρκεια ενός τόσο σπουδαίου τουρνουά: αναφέρομαι στους Γκνάμπρι, Σανέ, Χάβερτς, αλλά και στους Γκορέτσκα, Ρούτιγκερ, Σλότενμπεργκ, Χόφμαν κτλ που μεγάλο τουρνουά με την Εθνική δεν έχουν κάνει ακόμα.

Καμία Εθνική που θα πρεπε να το κάνει αυτό δεν θα είχε τύχη σε μουντιάλ, αλλά μιλάμε για τους Γερμανούς. Που όπως χρόνια πριν είχε παρατηρήσει ένας φίλος μου μπορούν να προφέρουν τη λέξη «Rindfleischetikettierungsüberwachungsaufgabenübertragungsgesetz» - μια λέξη με 63 γράμματα που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «μεταβατικός νόμος που ορίζει τα καθήκοντα επιτήρησης της διαδικασίας επικόλλησης ετικέτας στο βοδινό κρέας ». Γιατί την χρησιμοποιούν; Γιατί ο σκοπός είναι να γίνει η δουλειά και να καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας. Κι όχι να γράψουμε έκθεση ιδεών.

https://www.fosonline.gr/media/news/2020/11/15/116706/main/Luis.jpg

Μην χαθούν τα παιδιά

Οι Ισπανοί από την άλλη μοιάζουν αιχμάλωτοι μιας παραδοσιακής τους φοβίας: της φοβίας να μην χαθούν τα τρομερά ταλέντα που το ποδόσφαιρό τους παράγει. Οι Ισπανοί δεν πιστεύουν πως είναι αξιέπαινοι για το ποδόσφαιρο κατοχής – το γνωστό μας τίκι τάκα. Το θεωρούν ένα μέσο – είναι ένας τρόπος επίθεσης (που μάλιστα δεν ακολουθούν και όλες οι ομάδες τους), που συμβαίνει να υπήρξε αποδοτικός. Αυτό για το οποίο καμαρώνουν είναι ότι παράγουν συνεχώς παίκτες – τόσους όσο καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Στην παραγωγή αυτή απέδωσαν την ηγεμονία τους στον κόσμο την περίοδο 2008-2012 και πραγματικά πιστεύουν πως οι δυσκολίες που ακολούθησαν (τα άσχημα μουντιάλ το 2014 και το 2016 και ο αποκλεισμός από τους Ιταλούς στο Euro του 2016) οφείλονται στο ό,τι οι ομάδες τους στηρίχθηκαν σε κάποιους γερουσιαστές, γιατί οι ομοσπονδιακοί τους δεν είχαν το κουράγιο να βάλουν στο γήπεδο τα νέα παιδιά.

Αυτό το κάνει ο προπονητής Λουίς Ενρίκε και είδαμε στο Euro2020 κάποια πρώτα αποτελέσματα. Αλλά το μουντιάλ είναι κάτι άλλο: σε αυτό και οι Ισπανοί, όπως και οι Γερμανοί, ξεκινούν με ερωτηματικά που έχουν να κάνουν – στην περίπτωσή τους – όχι με την ποιότητα και τη νοοτροπία των παικτών τους, αλλά με την αντοχή τους στην πίεση και την δυνατότητα προσφοράς. Διότι είναι ταλεντάρες ο Ερικ Γκαρθία, ο Γκάβι, ο Πέδρι, ο Φατί, ο Φεράν Τόρεθ, ο Ινιάκι Γουίλαιμς, αλλά είμαι περίεργος πόσοι από αυτούς θα καταφέρουν να είναι αληθινά χρήσιμοι. Και το λέω γιατί χωρίς αυτούς η Ισπανία, με τους γνωστούς Ρόντρι, Μπουσκέτς, Μοράτα, Λαπόρτ, Καρμπαχάλ, Σαράμπια κτλ, είναι μια καλή ομάδα, που δύσκολα όμως θα καταφέρει να κάνει κάτι καταπληκτικό στη διοργάνωση.

https://www.enwsi.gr/wp-content/uploads/2019/11/1536734842_240793_1536741866_noticia_normal.jpg

Πρώτη φορά

Οι Γερμανοί και οι Ισπανοί περιμένουν πάρα πολλά από τους προπονητές τους. Ο Χανς Φλικ στην Εθνική Γερμανίας δεν είναι καινούργιος: από τον Αύγουστο του 2006 έως τον Ιούλιο του 2014, ήταν βοηθός του Γιοάχιμ Λεβ και πολύ ισχυρίζονται πως η παρακμή του Λεβ ήρθε ως αποτέλεσμα της φυγής του. Με την Μπάγερν έκανε σπουδαία πράγματα, καταπληκτικά – τη δουλειά την ξέρει. Ομοίως ο Λουίς Ενρίκε έχει και βιογραφικό και γνώση της δυσκολίας και πιστεύει στους παίκτες του: στο Euro2020 έφτασε με την Ισπανία στον ημιτελικό έχοντας κάνει ένα κάκιστο ξεκίνημα γιατί δεν πανικοβλήθηκε. Όμως οι Γερμανοί και οι Ισπανοί δεν είναι τόσο συνηθισμένοι να στηρίζουν ομάδες σε προπονητές. Οι ομοσπονδιακοί των Γερμανών ήταν άνθρωποι της ομοσπονδίας – λοχαγοί που έπρεπε απλά να θυμίζουν στους παίκτες τους ότι τίποτα δεν κρίνεται πριν το τελικό σφύριγμα του διαιτητή και ότι ο αντίπαλος πάντα τους φοβάται. Στην δε καλύτερη Ισπανία όλων των εποχών ηγήθηκε ο καλός Ντελ Μπόσκε που ήταν πρακτικός άνθρωπος κι όχι ιδιοφυία: έβαζε τους καλύτερους κι αυτοί έκαναν τη δουλειά, απλά κι όμορφα.

Γερμανοί και Ισπανοί είναι σαν πρωτάρηδες: στηρίζονται σε προπονητές. Για να δούμε τι άλλο θα δούμε.       

Το podcast για το μουντιάλ

https://player.simplecast.com/597ab2b5-9a19-4a08-b011-c007288d8ff4?dark=false